- ἀκροστιχίδα
- ἀκροστιχίςacrosticfem acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ακροστιχίδα — Λέξη ή φράση ή αλφαβητική σειρά γραμμάτων που σχηματίζεται από τα αρχικά γράμματα των στίχων ή των στροφών ενός ποιήματος. Λέγεται και ακροστίχιοπαραστιχίδα. Το αντίθετο είναι το τελέστιχο όπου συμβαίνει το ίδιο αλλά με τα τελικά γράμματα των… … Dictionary of Greek
ακροστιχίδα — η τα πρώτα γράμματα στίχων ή στροφών που διαβαζόμενα κάθετα σχηματίζουν ορισμένη λέξη ή φράση … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ανακροστιχίδα — η πλοκή τού στίχου έτσι ώστε με τα ακραία (αρκτικά και τελικά) γράμματα κάθε στίχου να σχηματίζεται λέξη ή φράση είναι γνωστή και ως διπλή ακροστιχίδα*. [ΕΤΥΜΟΛ. < αν(α) * + ακροστιχίδα … Dictionary of Greek
Азбучная молитва — – первое наряду с «Прогласом к Евангелию» стихотворное произведение староболгарской и старославянской литературы. В самом раннем списке (XII в., ГИМ, Синод. собр., № 262) А. м. помещена как часть предисловия («пролог») к «Учительному Евангелию»,… … Словарь книжников и книжности Древней Руси
ακρόστιχον — Φορολογία των Βυζαντινών, που επιβαλλόταν στην έγγεια ιδιοκτησία. Οι φορολογούμενοι καταγράφονταν στο λεγόμενο υπομνηστικόν κατάστιχον, που κρατούσε ο γενικός λογοθέτης. Ήταν τακτική εισφορά και εκείνος που δεν «εισεκόμιζε» το ποσό που του… … Dictionary of Greek
αλφάβητο — Κάθε σύστημα γραφής μιας γλώσσας, με την ευρεία έννοια. Πιο ειδικά, είναι το σύνολο των σημείων που χρησιμοποιούνται για τις αλφαβητικές γραφές, οι οποίες διακρίνονται από τις ιδεογραφικές ή τις συλλαβογραφικές. Στην αλφαβητική γραφή, κάθε απλός… … Dictionary of Greek
αλφαβητάριο — Εγχειρίδιο για τη διδασκαλία της ανάγνωσης και της γραφής στα παιδιά. Επειδή το α. αποτελεί το πρώτο στοιχειώδες πνευματικό βοήθημα του παιδιού και συγχρόνως ένα από τα πρώτα μέσα αισθητικής αγωγής του, γι’ αυτό η συγγραφή του θα πρέπει να… … Dictionary of Greek
ερωτοπαίγνια — τα (Α ἐρωτοπαίγνιον, τὸ) σύντομο ερωτικό ποίημα, με μορφή παιχνιδιού (σε δίστιχα, με αλφαβητική συνήθως ακροστιχίδα). [ΕΤΥΜΟΛ. < έρως, ωτος + παίγνιον] … Dictionary of Greek
παραστιχίς — ίδος, ἡ, Α 1. (ιδίως για σύντομα ποιήματα ή στίχους) ό,τι είναι γραμμένο παραπλεύρως, στο πλάι, η ακροστιχίδα 2. (για μαγική συνταγή) ξόρκι, ξόρκισμα, εξορκισμός. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + στίχος + επίθημα ίς, ίδος] … Dictionary of Greek
Αλφάβητος κατανυκτικός και ψυχωφελής περί του ματαίου κόσμου τούτου — Ποίημα 120 δεκαπεντασύλλαβων στίχων θρησκευτικού περιεχομένου. Οι στίχοι του είναι άλλοτε ομοιοκατάληκτοι και άλλοτε όχι, και διαιρούνται σε 24 πεντάστιχες στροφές με αλφαβητική ακροστιχίδα. Το ποίημα αυτό, έργο άγνωστου λογίου της μεταβυζαντινής … Dictionary of Greek